Τρύφων Τρυφωνία
Παραλλαγές & Υποκοριστικά
Τρύφωνας, Τόφωνας
Ετυμολογία
Από τη λέξη τρυφή (ζωή πλούσια και μαλθακή, με μεγάλες ανέσεις και πολυτέλεια, η αγάπη και η αναζήτηση των σαρκικών ηδονών).
Εορτασμός
1 Φεβρουαρίου († Τρύφωνος μάρτυρος)
Συχνότητα Εμφάνισης
0,069%
0,005%
Άλλες Γλώσσες
Βουλγάρικα | Τρύφων (Trifon) |
Ρωσικά | Τρύφων (Trifon) |
Ομόρριζα Επώνυμα
Τρίφωνας | Τρίφωνα |
Τρυφόνης | Τρυφόνη |
Τρυφονόπουλος | Τρυφονοπούλου |
Τρύφων | Τρύφων ή Τρύφωνος |
Τρύφωνας | Τρύφωνα |
Τρυφώνης | Τρυφώνη |
Τρυφωνίδης | Τρυφωνίδη ή Τρυφωνίδου |
Τρυφωνόπουλος | Τρυφωνοπούλου |
Τρύφωνος | Τρύφωνος |
Διασημότητες
- Τρύφων Κουταλίδης (1934-2012), διακεκριμένος δικηγόρος.
- Τρύφωνας Σαμαράς, κομμωτής.